πτεροκαρύα

πτεροκαρύα
(pterocarya). Δικοτυλήδονο φυτό της οικογένειας των γιουγλανδιδών. Από τα γνωστά 8 είδη του, τα 6 είναι ιθαγενή της Ασίας. Είναι δένδρα φυλλοβόλα, με φύλλα σύνθετα, άνθη μόνοικα και καρπό σε σχήμα μικρού καρυδιού, τετράχωρο και μονόσπερμο. Τα δένδρα αυτά ευδοκιμούν σε θερμά κλίματα με υγρά εδάφη, ζουν όμως και σε χειμερινά ψυχρά κλίματα, αρκεί να προστατεύονται από τους ψυχρούς βόρειους ανέμους. Πολλαπλασιάζονται με σπορά και παραφυάδες. Αξιολογότερο είδος π., που φυτρώνει σε κήπους και σε πάρκα, είναι η π. η φραξινόφυλλη, δένδρο που φτάνει τα 20 μ. ύψος. Σημαντικό είδος είναι και η π. η παλίουρη όπως και η π. η σορβόφυλλη. Η τελευταία είναι ψηλό δένδρο, που φυτρώνει στα δάση της Ιαπωνίας και είναι περιζήτητο για την ξυλεία του.
* * *
η, Ν
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια γιουγκλανδίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. pterocarya (< πτερό + καρύα / κάρυον)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φτερό — Καθένας από τους κεράτινους σχηματισμούς του δέρματος που, μαζί με τα πούπουλα, καλύπτουν το σώμα των πουλιών. Σε ένα φ. διακρίνονται ο άξονας ή μεσαίο στέλεχος και το γένειο. Το κατώτερο μέρος του άξονα, που ονομάζεται κάλαμος, είναι κοίλο,… …   Dictionary of Greek

  • γιουγλανδίδες — Οικογένεια δικοτυλήδονων αρωματικών φυτών, που έχουν κυρίως δενδρώδη μορφή, με μεγάλα σύνθετα φύλλα. Τα άνθη τους είναι μόνοικα, αρσενικά και θηλυκά, αφανή και σχηματίζουν μακρείς ίουλους. Τα θηλυκά βγαίνουν ένα ένα ή δύο τρία μαζί. Η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”